Στασίνος

Στασίνος
Έλληνας επικός ποιητής της αρχαιότητας, στον οποίο αποδίδεται το ποίημα Κύπρια έπη (11 βιβλία). Το έπος ανήκε στον ομηρικό κύκλο και αποτελούσε κατά κάποιο τρόπο εισαγωγή στην Ιλιάδα του Ομήρου, καθώς αναφερόταν στην αρπαγή της Ελένης και τα γεγονότα πριν από την οργή του Αχιλλέα. Από το όνομα και γενικά από το ερωτικό ήθος του έργου, φαίνεται ότι γράφτηκε στην Κύπρο γύρω στον 7o-8o αι. π.Χ. Όσα αποσπάσματα διασώθηκαν, δημοσιεύτηκαν από τον Κίνκελ στα Αποσπάσματα Ελλήνων επικών (Λιψία, 1887).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Στασῖνος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Στασῖνον — Στασῖνος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Stasinus — According to some ancient authorities, Stasinus (Greek: Στασῖνος) of Cyprus, a semi legendary early Greek poet, was the author of the Cypria, in eleven books, one of the poems belonging to the Epic Cycle that narrated the War of Troy. According… …   Wikipedia

  • Стасин — (греч. Στασῖνος) Кипрский легендарный поэт раннего периода греческой литературы. По некоторым источникам, считается автором поэмы Киприи – труда из 11 книг, который включает в себя известную поэму о событиях Троянской войны. По словам Фотия, ее… …   Википедия

  • κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι …   Dictionary of Greek

  • Βυτινιώτης, Κόλιας — (τέλη 18ου – αρχές 19ου αι.). Αρματολός και κλέφτης από τη Βυτίνα. Σε δημοτικά άσματα αναφέρεται ως εκπρόσωπος της παλικαριάς και σύγχρονος του Μαντά από το Αρκουδόρεμα, του Ζαχαριά Μπαρμπιτσιώτη, του Μπότσικα Κολοκοτρώνη και άλλων αρματολών της… …   Dictionary of Greek

  • Δαρειώτης — Επώνυμο αγωνιστών του 1821, από τον Δάρα της Μεσσηνίας. 1. Αναστάσιος. Πρόεδρος του Δάρα, πολέμησε στην Επανάσταση ως οπλαρχηγός. 2. Αναστάσιος. Προεστός του Δάρα, γνωστός και με το επώνυμο Στασινός. Αν και πολύ γέρος, πολέμησε στην Επανάσταση… …   Dictionary of Greek

  • Στασίνου — Στασί̱νου , Στασῖνος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Στασίνῳ — Στασί̱νῳ , Στασῖνος masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”